- σελήνας
- σελήνᾱς , σελήνηthe moonfem acc plσελήνᾱς , σελήνηthe moonfem gen sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σεληνᾶς — σεληνᾶ̱ς , σεληνάζω to be moonstruck fut ind act 2nd sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σελήνας — Σελήνᾱς , Σελήνη the moon fem acc pl Σελήνᾱς , Σελήνη the moon fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ARCAS — I. ARCAS Armeniae minoris urbs. Antonin. II. ARCAS Iovis et Callistûs fil. parum abfuit; quin matrem, a Iunone in ursam conversam, interimeret. Postea, cum illa inter sidera relatus. Ι῎ςτρος δέ φησιν, Θεμιςτοῦς καὶ Διὸς ὁ Λ᾿ρκὰς ἐγένετο. Ita… … Hofmann J. Lexicon universale
σελήνη — (Αστρον.). Ο μοναδικός φυσικός δορυφόρος της Γης. Τα γενικά γνωρίσματα του ήταν γνωστά από την αρχαιότητα στους αστρονόμους, τα γεωλογικά όμως και φυσικά χαρακτηριστικά του μόλις τώρα αρχίζουν να αποκαλύπτονται με τα στοιχεία που πρόσφεραν οι… … Dictionary of Greek